Η ολόπλευρη ανάπτυξη του παιδιού μέσα από τη μουσικοκινητική αγωγή Orff (05/04/2024)
Οι θεωρίες σπουδαίων παιδαγωγών του παρελθόντος, όπως ο Pestalozzi, o Rousseau, o Dewey και η Montessori, αποτελούν την παιδαγωγική βάση της μουσικοκινητικής αγωγής Orff (Orff Schulwerk), κατά την οποία το παιδί βρίσκεται στο επίκεντρο, πειραματίζεται, και αναπτύσσεται ολόπλευρα. Η συνεισφορά της μουσικοπαιδαγωγικής αυτής προσέγγισης στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, περιλαμβάνει την απόκτηση ενσυναίσθησης, αυτοεπίγνωσης, αντίληψης και εκφραστικότητας, μέσω της κοινωνικής μάθησης. Ταυτόχρονα όμως, το Orff Schulwerk είναι μια προσέγγιση στη διδασκαλία της μουσικής που συμβαδίζει με τις τρέχουσες εξελίξεις και τις σύγχρονες έρευνες στον τομέα της μουσικής μάθησης.
Η σύγχρονη επιστημονική έρευνα υποστηρίζει ότι το παιδί μαθαίνει καλύτερα σε ένα διαδραστικό κοινωνικό περιβάλλον, κυρίως όταν το αντικείμενο μάθησης εμπεριέχει προσωπικό νόημα για το ίδιο και το εμπλέκει συναισθηματικά. Ένα τυπικό μάθημα Orff Schulwerk βασίζεται στις παραπάνω αρχές καθώς τα παιδιά συμμετέχουν σε δημιουργικές μουσικές δραστηριότητες οι οποίες απαιτούν προσοχή, συγκέντρωση, εγρήγορση και απόκριση όλων των αισθήσεων. Το τραγούδι, η κίνηση, το παιχνίδι και η ακρόαση αποτελούν τις κύριες δραστηριότητες, οι οποίες εναλλάσσονται ή συνυπάρχουν ταυτόχρονα, ενώ το υλικό που χρησιμοποιείται σχετίζεται με τα ενδιαφέροντα των συμμετεχόντων. Η μουσική δημιουργία επιτελείται πάντα σε ένα κοινωνικό περιβάλλον, τα παιδιά δουλεύουν είτε σε μικρές ομάδες, είτε ως σύνολο, σε ένα ασφαλές περιβάλλον για εξερεύνηση, αυτοσχεδιασμό και έκφραση. Σε αυτό το διαδραστικό περιβάλλον τα παιδιά αναπτύσσονται μουσικά και αποκτούν αυτοπεποίθηση, κριτική σκέψη και διαπροσωπικές δεξιότητες.
Οι δραστηριότητες ενός μαθήματος Orff Schulwerk απαιτούν ένα συνδυασμό σωματικών και νοητικών παραμέτρων. Για παράδειγμα, η διδασκαλία ενός τραγουδιού θα συνοδευτεί με ηχηρές κινήσεις (body percussion/body music) όπως είναι οι στράκες, τα παλαμάκια, τα χτυπήματα στους μηρούς και τα χτυπήματα των ποδιών, με αποτέλεσμα να ενεργοποιούνται νευρωνικές συνδέσεις στον εγκέφαλο, οι οποίες σχετίζονται με το συντονισμό των κινήσεων, την παραγωγή του λόγου και την αντίληψη της αλληλουχίας των γεγονότων. Το τραγούδι, ταυτόχρονα με την κίνηση ή την εκτέλεση μουσικών οργάνων απαιτεί τη συνειδητή σκέψη του παιδιού και τη μη συνειδητή ανάκληση δεξιοτήτων που έχουν κατακτηθεί προηγουμένως. Έτσι, το παιδί αποκτά γλωσσικές και κινητικές δεξιότητες, ικανότητα διάκρισης των ήχων (τονικό ύψος, χροιά, ένταση, διάρκεια) και ικανότητα αντίληψης του χώρου. Επίσης, χρησιμοποιούνται ποιήματα, ρίμες, εικαστικά έργα, ιστορίες και δραματοποίηση τους μέσω θεατρικού παιχνιδιού, με αποτέλεσμα να ενεργοποιείται η φαντασία και η συναισθηματική εμπλοκή των συμμετεχόντων.
To Orff Schulwerk εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Γερμανία, στη χώρα όπου έζησε ο Carl Orff (1895-1982), συνθέτης και δημιουργός της μουσικοπαιδαγωγικής αυτής προσέγγισης. Ο Orff περιέγραψε τον εαυτό του ως έναν κηπουρό και το Orff Schulwerk ως ένα «άγριο λουλούδι» τονίζοντας ότι δεν είναι ο δημιουργός του, αλλά ο πρώτος που συνόψισε τις ιδέες που ήδη υπήρχαν και συνέβαλε στην πρώτη άνθιση και ανάπτυξη του.
Το Orff Schulwerk, εκτός από την καθολική εφαρμογή του στην Γερμανία και στη Αυστρία, έχει εξαπλωθεί σε πάνω από σαράντα χώρες στις πέντε ηπείρους. Από τη δεκαετία του ’50 διαδόθηκε στη Σουηδία, στο Βέλγιο και στην Ελλάδα, από τη δεκαετία του ’60 στη Μ. Βρετανία, στις ΗΠΑ και στον Καναδά, ενώ από τη δεκαετία του ’70 άρχισε η συστηματική του εφαρμογή στην Αυστραλία και τη Ν. Ζηλανδία. Η τεράστια αυτή διάδοση του Orff Schulwerk σε όλο τον κόσμο οδήγησε στη δημιουργία συλλόγων σε πάρα πολλές χώρες και στην ίδρυση του International Orff-Schulwerk Forum στο Σάλτσμπουργκ, το οποίο λειτουργεί ως κέντρο δικτύωσης συλλόγων, ενώσεων και παιδαγωγικών ιδρυμάτων. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η εισαγωγή του Orff Schulwerk οφείλεται στο έργο της μουσικοπαιδαγωγού Πολυξένης Ματέυ, μαθήτριας αρχικά και στη συνέχεια συνεργάτιδας του Orff. Με την ίδρυση της Σχολής Ματέυ το 1938 και την έκδοση των βιβλίων «Orff Schulwerk. Ελληνικά παιδικά τραγούδια και χοροί», συνέβαλε στη διάδοση του Orff Schulwerk και στην εναρμόνιση του με την ελληνική κουλτούρα.
H διεθνής απήχηση του Orff Schulwerk από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα, οφείλεται κυρίως στο ότι παραμένει ανοιχτό σε μια διεργασία συνεχούς εξέλιξης και προσαρμογής, προσελκύοντας εκπαιδευτικούς που στοχεύουν στη δημιουργικότητα και τον αυτοσχεδιασμό, χωρίς να αποζητούν συνταγές. Σύμφωνα με τη Barbara Haselbach, πρόεδρο του International Orff-Schulwerk Forum: «Tο Orff Schulwerk δημιουργήθηκε από έναν καλλιτέχνη, ο οποίος ήταν και ένας ευφυής από ένστικτο δάσκαλος. Επειδή δεν επινοήθηκε ως μια μέθοδος ή πρόγραμμα σπουδών που απευθύνεται σε συγκεκριμένη ομάδα, άντεξε στη δοκιμασία του χρόνου, παραμένει ανοιχτό και διατηρεί τη γοητεία μιας δουλειάς η οποία ποτέ δεν παίρνει την τελική της μορφή».
Οι ιδέες του Carl Orff για την καθολική συμμετοχή όλων, ανεξάρτητα από το επίπεδο των μουσικών και κινητικών δεξιοτήτων τους, είναι σήμερα πολύ επίκαιρες, καθώς είναι ευρέως αποδεκτό ότι η μουσική απόκριση και έκφραση είναι έμφυτες σε όλους τους ανθρώπους. Η βασική αρχή της μουσικοπαιδαγωγικής προσέγγισης Orff είναι ότι όλοι οι άνθρωποι, κάθε ηλικίας και ικανότητας, μπορούν να αλληλεπιδράσουν, να δημιουργήσουν και να εκφραστούν με τη μουσική. Η πολυαισθητριακή προσέγγιση μέσα από το λόγο, το ρυθμό, την κίνηση, το τραγούδι και το παίξιμο μουσικών οργάνων παρέχει δυνατότητες για αυθόρμητο, δημιουργικό, κοινωνικό παιχνίδι για όλους.
Το κείμενο μας το έστειλε η Χρυσή Β.
εγγεγραμμένο μέλος στην πλατφόρμα της Paramana.