Η ζωή μετά-COVID19. Πώς επιστρέφουμε στην κανονικότητα; (27/04/2020)
Μέχρι τώρα γράφαμε και συζητούσαμε για την προσαρμογή την δική μας και των παιδιών μας κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού λόγω της καραντίνας. Δίναμε συμβουλές και λύσεις, ιδέες για κατασκευές, παιχνίδια και απασχόληση, κουράγιο ο ένας γονέας στον άλλον για να αντέξουμε την ημέρα όλοι μαζί μέσα στο σπίτι και για τόσο πολύ καιρό, φτιάξαμε ανέκδοτα, ζήσαμε ένα Πάσχα πραγματικά πρωτόγνωρο και για πρώτη φορά οι σχολικές διακοπές δεν θύμιζαν με τίποτα διακοπές. Πιο πολύ ακούγαμε από τα παιδικά στοματάκια «θέλω να πάω σχολείο» και από τα ενήλικα «θέλω να πάω δουλειά», παρά ευχές και τσουγκρίσματα και ιδέες για κουλουράκια.
Ξέρουμε ότι ευτυχώς οι άνθρωποι είμαστε ευπροσάρμοστα όντα. Συνηθίσαμε και σε αυτό λοιπόν. Και πάνω που συνηθίσαμε, αρχίζουν οι συζητήσεις για τη «μεγάλη έξοδο», η οποία δεν θα είναι ακριβώς μεγάλη, θα γίνει σταδιακά και με πολλή προσοχή, αλλά θα είναι έξοδος. Για κάποιους από εμάς είναι αγχωτική. Μάθαμε τόσο καιρό να προσέχουμε πολύ και μόνιμα, να μένουμε σπίτι και να κρατάμε έξω τους κινδύνους του ιού, νιώθαμε μια ασφάλεια μέσα στην ανασφάλεια, σαν να ελέγχαμε έστω και λίγο αυτή την κατάσταση που ήταν τόσο ανεξέλεγκτη. Σκεφτόμαστε πόσο ασφαλές θα είναι να βγούμε εμείς και τα παιδιά μας έξω; Τελικά ξέρουμε πως κυκλοφορεί και μεταδίδεται ο ιός; Να τα αφήσουμε να πάνε σχολείο; Να πάνε στις κούνιες και τα πάρκα όταν ανοίξουν; Να επισκεφθούν το φίλο ή της φίλη τους; Πότε αξιολογούμε το βήχα ή το φτάρνισμα της κολλητής της κόρης μας ως επικίνδυνο; Πρέπει να ανησυχούμε; Και πόσο;
Είναι μεγάλη η ευθύνη του να είσαι γονιός και έχει και βάρος, δεν είναι κακό να το παραδεχτούμε. Είναι πολύ δύσκολο εκτός από τον εαυτό μας να πρέπει να πάρουμε αποφάσεις και για άλλους ανθρώπους, ειδικά στην παρούσα φάση που το θέμα είναι υγείας και αφορά όλους, άρα οι αποφάσεις που θα πάρουμε έχουν αντίκτυπο και σε άλλους ανθρώπους πέραν της οικογένειάς μας. Γιατί δεν έχουμε να σκεφτούμε μόνο μήπως κολλήσει η κόρη μας από την κολλητή της, έχουμε να σκεφτούμε μήπως η μαμά της κολλητής αντιμετωπίσει πρόβλημα γιατί είναι υψηλού κινδύνου άτομο ή αν πάμε τα ψώνια στη δική μας μητέρα που είναι υπερήλικη μεταδοθεί κάτι λόγω του ότι κάτσαμε λίγο πιο κοντά με την κόρη μας αφού είδε την κολλητή της και μπορεί κάτι να πέρασε σε εμάς και……παράνοια! Είναι όντως. Για όλους όμως είναι παράνοια όλο αυτό που ζούμε και θα είναι για λίγο καιρό ακόμα μέχρι να γίνει ανάμνηση. Και θα γίνει.
Μέσα μας ξέρουμε όλοι τι πρέπει να κάνουμε. Θα εμπιστευθούμε τους ειδικούς, θα ακούσουμε τις οδηγίες, θα μιλήσουμε με τον παιδίατρό μας και θα δώσουμε σημασία στο ένστικτό μας. Μας βοηθάει πολύ στις δύσκολες στιγμές. Εκεί θα καταλάβουμε ότι η αξία του να παίξει η Μαρία με τον φίλο της στην παιδική χαρά είναι τόσο μεγάλη και ότι η ανάγκη του Γιώργου να πάει για καφέ είναι τόσο ουσιαστική που θα πρέπει να ξεπεράσουμε τους φόβους μας. Θα ακολουθήσουμε όλοι τα μέτρα υγιεινής φυσικά για να μειώσουμε τις πιθανότητες μετάδοσης στο ελάχιστο, αλλά θα μάθουμε να ζούμε ξανά. Θα θυμίζει λίγο φυσιοθεραπεία, σαν να μείναμε στο κρεβάτι για 2 μήνες με ένα σπασμένο πόδι και να πρέπει να μάθουμε να περπατάμε ξανά όπως πριν. Και θα αφήσει και κάποιες καλές συνήθειες σε όλους μας για τις οποίες γινόταν μάχη καθημερινά, όπως το να μένουν τα παπούτσια έξω από το σπίτι, να μην κάθεται κανείς με τα ρούχα που φορούσε στο σχολείο ή τη δουλειά πάνω στο κρεβάτι και να πλένονται τα χέρια συχνά και προσεκτικά. Και εκεί θα πρέπει να δώσουμε βάση, σε αυτά που κατακτήσαμε, και να αφήσουμε πίσω όσα στερηθήκαμε - θα βρεθεί ο χρόνος να κερδίσουμε το χαμένο έδαφος. Αλλά και στο να βιώσουμε νέες εμπειρίες που θα «ρουφήξουμε» με μεγαλύτερη ένταση, γνωρίζοντας πια ότι τίποτα , μα τίποτα, δεν είναι δεδομένο.